«Βάσος και Βιβή»: δυο ηθοποιοί γίνονται παιδιά και …ψυχαναλύονται!

Όταν το έργο του Φόλκερ Λούντβιγκ, «Βάσος και Βιβή», πρωτοανέβηκε στην Ελλάδα, από την Ξένια Καλογεροπούλου, το 1984, οι πρωταγωνιστές του, Μάνια Παπαδημητρίου και Δημήτρης Τάρλοου, άφησαν εποχή. Φέτος, το έργο αυτό, το οποίο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες κι έχει παιχτεί σε πάνω από 40 χώρες, ανεβαίνει ξανά στο θέατρο Τζένη Καρέζη από μια ομάδα που πατάει στην παράδοση του θεάτρου Πόρτα και ανανεώνει το πρόσταγμα για ένα χειραφετημένο παιδικό θέατρο, τη Συντεχνία του Γέλιου. Λέτε οι δύο πρωταγωνιστές του, ο 28χρονος Κωνσταντίνος Γώγουλος και η 24χρονη Ιωάννα Λέκκα, να κάνουν τόση αίσθηση όσο οι «παλιοί» Βάσος και Βιβή; Εμείς, πάντως, θα καυχιόμαστε πως τους πήραμε την πρώτη κοινή συνέντευξή τους…

 

Πρωταγωνιστείτε σε ένα παιδικό έργο που γράφτηκε το 1979 και δεν έχει σταματήσει να παίζεται. Τί το καθιστά τόσο ανθεκτικό στο χρόνο; 
Κ. Γώγουλος: Το έργο αυτό δεν έχει ένα στενό πλαίσιο αναφοράς, ούτε πραγματεύεται ένα και μόνο πολύ ειδικό θέμα. Αυτό είναι που το κάνει τόσο ξεχωριστό και όμορφο μέσα στην απλότητά του. Πραγματεύεται τις σχέσεις των παιδιών, τόσο μεταξύ τους, όσο και με τους γονείς τους, το πώς δημιουργούνται οι πιο τρυφερές φιλίες, δηλαδή οι παιδικές, και όλα αυτά μέσα από τα μάτια των παιδιών, τα οποία δεν γνωρίζουν τους «λογικούς» περιορισμούς ενός ενήλικα, κάτι που τους δίνει άπειρες δυνατότητες… Όλα τα παραπάνω, δεν γνωρίζουν χρονικά και γεωγραφικά όρια. Βρίσκονται στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης και σε ένα μεγάλο βαθμό είναι αυτά που μας ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή μας.

Ι. Λέκκα: Το έργο καταπιάνεται με τις μοναδικές και διαρκώς ανθεκτικές στο χρόνο αυθεντικές σχέσεις. Συγκεκριμένα, με τη σχέση του μεγάλου αδελφού με την μικρότερη. Με τις αντιζηλίες, τις γκρίνιες, τον ανταγωνισμό, μα πάνω απο ολα με την ανιδιοτελή αγαπη. Παράλληλα, μιλά και για τη φιλία, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας αλλά και για τη σύγχρονη μοναξιά και την αποξένωση από την τεχνολογία… Όλα τα παραπάνω καθιστούν το έργο μη αναλώσιμο και αθεράπευτα διαχρονικό.

 

Ο Βάσος και η Βιβή, δύο αδέρφια, παιδιά σχολικής ηλικίας, φοβούνται διάφορα πράγματα: από το σχολείο μέχρι το σκοτάδι και από το άγνωστο μέχρι τη μαμά τους. Πώς θα τους …ψυχαναλύατε;

 

Κ. Γώγουλος: Ο Βάσος είναι ένα παιδί με ανασφάλειες και φόβους, αλλά ταυτόχρονα είναι και ο μεγάλος αδελφός. Έχει επωμιστεί ένα ρόλο γεμάτο ευθύνες ο οποίος πότε του τη σπάει και τον πιέζει και πότε τον ενστερνίζεται και τον υιοθετεί με ευχαρίστηση. Επίσης είναι και ο άντρας του σπιτιού (!), ανήκει σε μία μονογονεϊκή οικογένεια, είναι πολύ δεμένος με τη μαμά του. Διεκδικεί την αγάπη της, με τρόπους που συχνά τον φέρνουν σε σύγκρουση με την αδερφή του, η οποία λόγω της εκρηκτικής της προσωπικότητας τραβάει όλα τα φώτα πάνω της.

 

Ι. Λέκκα: Η Βιβη είναι ενα παιδί της εποχής της. Είναι δυναμική, δραστήρια, γλωσσού και αρκετά αυτόνομη παρά το νεαρό της ηλικίας της. Την φοβίζει όμως το άγνωστο, το καινούργιο, η φιλια και η ανθρώπινες σχέσεις εξω απο το ταμπλετ της. Η φαντασία της εχει περιοριστεί μεσα στη τεχνολογια. Αλλα όπως επισημαίνει και η ίδια στο έργο “όλοι οι άνθρωποι φοβούνται κάποιες φορές” …

 

Τι φοβόσασταν εσείς ως παιδιά και τι σας φοβίζει τώρα; 

Κ. Γώγουλος: Δεν νομίζω ότι οι φόβοι μου διέφεραν και πολύ από τους φόβους των παιδιών στο έργο. Σήμερα, εάν μπω στη διαδικασία να κάνω τις κατάλληλες αναγωγές, στην ενήλικη ζωή ίσως να μην έχουν αλλάξει και τόσο πολύ τα πράγματα.

Ι. Λέκκα: Βρίσκω κοινά στο ρόλο μου με την Βιβη. Σαν παιδί ημουν κοινωνική και δραστήρια, πάντα όμως με φόβιζε το σκοτάδι, κατι που ισχύει μέχρι και σήμερα, κοιμάμαι ακόμα με ενα μικρό φωτακι ανοιχτό. Κυρίως όμως, μεγαλώνοντας, με τρομάζει η μοναξιά των ανθρώπων και η έλλειψη επικοινωνίας.

 

Πώς δουλέψατε στις πρόβες με τον Γιώργο Παλούμπη και τον Βασίλη Κουκαλάνι; Έχοντας κατά νου πως απευθύνεστε πρωτίστως σε ανήλικο κοινό και τους κηδεμόνες/εκπαιδευτικούς τους, τι είναι εκείνο που περισσότερο σας απασχολεί; 

Κ. Γώγουλος: Πρώτα απ’ όλα είναι τεράστια χαρά να δουλεύεις με ανθρώπους όπως ο Γιώργος και ο Βασίλης καθώς και με όλα τα παιδιά που απαρτίζουν τη Συντεχνία του Γέλιου. Πρώτο και βασικό μας μέλημα ήταν να προσπαθήσουμε όχι να περιγράψουμε τα παιδιά και να τα μιμηθούμε εξωτερικά, αλλά να προσεγγίσουμε την παιδική ψυχή και τη λειτουργία της και να δούμε τα πράγματα από τη δική τους σκοπιά.

 

Ι. Λέκκα: Είναι η δεύτερη χρόνια που συνεργάζομαι με τη Συντεχνία. Απο την πρώτη στιγμή, όμως, ένιωσα πως κατι μας ενώνει πραγματικά. Υπήρχε επικοινωνία και χημεία νομίζω. Δουλέψαμε προς μια κοινή κατεύθυνση με αποτέλεσμα να συμπληρώνει ο ένας τον άλλο. Με συγκινεί ιδιαίτερα πως μεσα απο την δουλειά τους “μιλάνε” στα παιδιά, με αλήθεια και σεβασμό. Τα παιδιά είναι οι πιο δύσκολοι κριτές, καθώς δεν έχουν δεύτερες σκέψεις. Είναι ενα μεγάλο στοίχημα για μας να τα κάνουμε κομμάτι του έργου, της ιστορίας, να το φτιάξουμε μαζί τους, να συγκινηθούν να γελάσουν και πρωτίστως να διδαχθούν.

 

Μια αγαπημένη σκηνή ή ατάκα από το έργο;

Κ. Γώγουλος: Ένα από τα αγαπημένα μου σημεία στην παράσταση είναι όταν λέμε το τραγούδι «οι φίλοι», το οποίο σε ένα κουπλέ του λέει: «Αν είμαστε φίλοι μπορούμε τον κόσμο να φτιάξουμε απ’την αρχή. Χωρίς πόλεμο , φασαρία. Με χρώμα οι αυλές στα σχολεία. Και αντί για εργοστάσια και αμάξια, διπλάσιες παιδικές να μας φτιάχνουν χαρές.» 

Ι. Λέκκα: Μια αγαπημένη μου στιγμή μεσα στο έργο είναι όταν πέφτουμε για ύπνο με τον αδελφό μου κι εγώ, η Βιβη, αποφασίζω να τον τρομάξω κάνοντας το φάντασμα. Ντυμένη με πολύχρωμα σεντόνια, χαίρομαι που κατάφερα το σκοπό μου. Επίσης μου αρέσει η στιγμή που η Βιβή μουτρώνει και βάζει τα κλάματα χωρίς λόγο για να αποτελέσει το επίκεντρο, μου φαίνεται τρομερά χαριτωμένο. Μια απο τις ατάκες που ξεχωρίζω είναι όταν η Βιβή διαπιστώνει ότι “Οι μεγάλοι δεν έχουν ιδέα απο παιδιά” 

 

Ποιοι είναι οι συμπρωταγωνιστές σας και τι ρόλο παίζει ο καθένας;

Κ. Γώγουλος: Η παράστασή μας είναι μια παράσταση συνόλου, στόχος μας είναι όλοι μαζί να αφηγηθούμε αυτή την ιστορία και να την ζωντανέψουμε μπροστά στα μάτια των θεατών. Ο Θάνος Αλεξίου κάνει τον Λοϊζο, ένα παιδί που οι άλλοι χαρακτηρίζουν “αλητάμπουρα”, έναν χαρακτηρισμό που έχει πιστέψει κ ο ίδιος για τον εαυτό του, αλλά στο τέλος θα αποδείξει ότι όλοι αυτοί οι μονοδιάστατοι χαρακτηρισμοί δεν έχουν καμία αξία. Η Δάφνη Δαυίδ και ο Μπάμπης Γαλιατσάτος υποδύονται, αντίστοιχα, τη μητέρα του Βάσου και της Βιβής και τον πατέρα του Λοϊζου. Μία διαζευγμένη μητέρα και ένας πατέρας που παλεύουν να βρουν την ισορροπία ανάμεσα στην σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους, ο καθένας με τις δικές του αντιλήψεις και μεθόδους, τις προσωπικές τους ανάγκες και τις απαιτήσεις και υποχρεώσεις της καθημερινότητας.

 

Υποθέτω ότι, μπαίνοντας στη διαδικασία να ερμηνεύσετε παιδιά, πρέπει να ανατρέξατε στα δικά σας παιδικά χρόνια. Τι θυμάστε πιο έντονα από τότε;

Κ. Γώγουλος: Τα ατελείωτα παιχνίδια με τους φίλους μου, τα γδαρμένα μου γόνατα και τα χαλίκια που μπαίναν μέσα στα παπούτσια μου.

Ι. Λέκκα: Όπως είπα και πριν, ημουν κοινωνικό παιδί, μου άρεσαν τα ομαδικά παιχνίδια, και ευτυχώς πρόλαβα και έζησα την εποχή της “γειτονιάς”. Περνούσα πολλές ώρες εξω απο το σπιτι παίζοντας. Αγαπούσα τις βόλτες με την γιαγιά μου και δεν μου άρεσε καθόλου το σχολείο. Παρόλα τα παραπάνω, όμως, έκανα αρκετά δύσκολα φίλους.

 

Κωνσταντίνε, πώς βρέθηκες από το Πολυτεχνείο στο θέατρο και από εκεί υποψήφιος για το βραβείο «Δημήτρης Χορν»; …Και πόσο άλλαξε τα πράγματα και εσένα τον ίδιο αυτή η τιμητική υποψηφιότητα;

Κ. Γώγουλος: Το πώς βρέθηκα από το Πολυτεχνείο στο θέατρο σίγουρα δεν ήταν μια απόφαση που την πήρα μέσα σε ένα βράδυ, αντίθετα την πέρασα από μύρια κύματα. Πάντως αισθάνομαι πολύ τυχερός και ευγνώμων για αυτά που μου προσέφεραν οι σπουδές μου στο Πολυτεχνείο. Σίγουρα η υποψηφιότητα ήταν ιδιαίτερα τιμητική αλλά προφανώς δεν άλλαξε τα πράγματα κι ούτε εμένα τον ίδιο, θέατρο συνεχίζω να κάνω προσπαθώντας να το κάνω όλο και πιο ουσιαστικά!

Ιωάννα, αν και δεν είσαι ακόμη ούτε 25 ετών, έχεις ήδη συμμετάσχει σε μεγάλες παραγωγές –από το μιούζικαλ «Nine» μέχρι τις επιδαύριες «Εκκλησιάζουσες». Πόσο διαφορετικό είναι να παίζεις σε μια υπερπαραγωγή από το να ανήκεις σε μια ομάδα παιδικού θεάτρου, όπως η Συντεχνία του Γέλιου; 

Ι. Λέκκα: Εχω σταθεί τυχερή μέχρι στιγμής με τις δουλειές μου, οι δυσκολίες σαφώς είναι διαφορετικές σε κάθε πρόκληση. Αλλα αν υπάρχει αγαπη και μεράκι ολα βγαίνουν εις πέρας. Στα μεγάλα θεάματα οι ανάγκες και ο ψυχισμός είναι διαφορετικά, στη Συντεχνία είμαστε μια παρέα και λειτουργούμε πιο αυτόνομα και ελεύθερα. Για μένα, δεν διαφέρει θεατής απο θεατή σε κανένα κριτήριο ούτε καν στο ηλικιακό. Θα σεβαστώ εξίσου την μεσήλικη κυρία που ήρθε στις “Εκκλησιάζουσες” όσο και το πιτσιρίκι που θα με παρακολουθήσει στη σκηνή φέτος.

Είναι η δεύτερη συνεργασία σας με τη Συντεχνία του Γέλιου. Ποια είναι τα υπέρ και ποια τα κατά του να ανήκεις, ως ηθοποιός, σε μια συγκεκριμένη ομάδα;

Κ. Γώγουλος: 
Εμένα είναι η πρώτη χρονιά μου στη συντεχνία οπότε δεν ανήκω εδώ και πολύ καιρό στο δυναμικό της ομάδας. Βέβαια, οφείλω να ομολογήσω το άμεσο και το βαθύ ταίριασμα της παλιάς και της νεότερης φρουράς που χαρακτηρίζεται από ομαδική εργασία με σεβασμό και γενναιοδωρία ανάμεσα στα μέλη της, δουλεύοντας έντιμα και σε βάθος.

Ι. Λέκκα: Όπως προανέφερα είμαστε μια παρέα -μας διακατέχει το ομαδικό πνεύμα και η ελευθερία της εκφράσης. Στις πρόβες ήταν διασκεδαστικό το πως δημιουργούσαμε όλοι μαζί και λιγο λιγο την κάθε σκηνή σαν παιχνίδι σαν παζλ. Όσο για τα αρνητικά όσο και αν σκέφτομαι δεν μπορώ να βρω κατι (γέλια).

Πώς είναι η εμπειρία του «παίζω για ανήλικο κοινό» και ποιο είναι το πιο ενδιαφέρον σχόλιο που έχετε ακούσει από τους μικρούς θεατές σας;

 

Κ. Γώγουλος: Τα παιδιά αποτελούν το πιο δύσκολο και ταυτόχρονα το πιο μαγικό κοινό. Δηλώνουν απερίφραστα την δυσαρέσκειά τους ή την ταύτισή τους, δεν μπορείς να τα ξεγελάσεις με τερτίπια. Ένα ενδιαφέρον περιστατικό ήταν όταν ένα κοριτσάκι που είχε παρακολουθήσει την παράσταση με την μαμά του βγήκε έξω από το θέατρο όπου τους περίμενε ο μπαμπάς για να τους πάρει. Το παιδί χαρούμενο έτρεξε στον μπαμπά λέγοντας πως «έχασε» που δεν είδε την παράσταση και πως ήταν το τελειότερο πράγμα στον κόσμο. Αυτός δικαιολογήθηκε, λέγοντας ότι η παράσταση είναι για παιδιά και τότε το παιδί του απάντησε ότι είναι χαζός και ότι αυτή η παράσταση είναι και για τους μεγάλους!

Ι. Λέκκα: Στο πρώτο μέρος της παράστασης που ακόμα τα παιδιά βρίσκονται στο δύσπιστο στάδιο γι’ αυτο που παρακολουθούν, εχω ακούσει απο κατω “ωχ, ωραίο είναι μαμά!”. Αυτόματα ένιωσα μια λύτρωση, μια ανταμοιβή των κόπων τόσων μηνών, μια ειλικρινή παραδοχή.

Προβοκάροντας τα πράγματα, σας ρωτώ: οι φόβοι του Βάσου και της Βιβής είναι οι κλασικοί αστικοί φόβοι των παιδιών που ζουν σε ευρωπαϊκές, «κανονικές συνθήκες». Ποιοι είναι, άραγε, οι φόβοι των παιδιών από τη Συρία και άλλα πληγέντα μέρη του πλανήτη; Τι μπορεί κανείς να κάνει για αυτό;

Κ. Γώγουλος: Κατά την άποψη μου, οι φόβοι του Βάσου και της Βιβής δεν είναι κλασικοί αστικοί φόβοι, αλλά κλασικοί παιδικοί φόβοι που δεν γνωρίζουν χρονικά και γεωγραφικά όρια. Τα παιδιά π.χ στη Συρία, αλλά και σε άλλα πληγέντα μέρη του πλανήτη τους ίδιους φόβους έχουν. Φυσικά οι δικοί τους φόβοι έχουν άλλη βαρύτητα και άλλη πιθανότητα να πάρουν σάρκα και οστά. Οφείλουμε όλοι και ο καθένας προσωπικά και σε επίπεδο θεσμών, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να προσφέρουμε τη βοήθειά μας στους συνανθρώπους μας.

 

Ι. Λέκκα: Εκ των πραγμάτων αυτή την ερώτηση δεν μπορεί κανεις να την απαντήσει πραγματικά, κανεις που δεν εχει ζήσει τη φρίκη και την απώλεια του πολέμου. Προσωπικά, εύχομαι να μη χρειαστεί ποτε και κανένα παιδί σε οποιο μέρος του πλανήτη να ζει και να εξιστορεί τέτοιες εμπειρίες. Μακάρι ολα τα παιδιά να ζουν στην ασφάλεια και την οικογενειακή γαλήνη και ο φόβος τους να περιορίζεται σε αυτόν του σκοταδιού.

Ιλειάνα Δημάδη

https://www.athinorama.gr/child/article/basos_kai_bibi_duo_ithopoioi_ginontai_paidia_kai_psuxanaluontai!-2517177.html