Το ΘΕΑΘΗΝΑΙ βρέθηκε στην παράσταση «Ο Μορμόλης» στο σύγχρονο θέατρο

Της Μαρίας Σούμπερτ

Ξεκινάει το ταξίδι του το 1969 στη Γερμανία, κάνει μια στάση την χουντική Αθήνα του 1973, ανεβαίνει από επαγγελματικούς και ερασιτεχνικούς θιάσους μέσα στα χρόνια για να φτάσει σήμερα, στη 45η του επέτειο από το πρώτο του ελληνικό ανέβασμα να παρουσιάζεται ξανά στο κοινό. Ταρααααά! Είναι ο Μορμόλης.

Μη με ρωτάτε, εγώ τον κύριο δεν τον γνώριζα. Δεν τον είχα ξαναδεί, παρ’ ότι ακουστά τον είχα. Γελούσαν από εδώ, γελούσαν από εκεί. Τι να κάνω; Έπρεπε να τον γνωρίσω κι εγώ. Συμπαθέστατος. Και πολύ ειλικρινής. Και ένα κουτί.

Κουτί. Ο Μορμόλης είναι ένα κουτί. Ή ένας σωλήνας. Ή οτιδήποτε άλλο.

Χρόνια παρατήρησης της παιδικής συμπεριφοράς και ανάπτυξης καταλήγουν πανηγυρικά στο συμπέρασμα πως τα παιδιά –και όχι μόνο- μιλούν πολύ πιο εύκολα χρησιμοποιώντας την αισθητική απόσταση που τους προσφέρει ένα παιχνίδι ή μια κούκλα. Όχι συνειδητά προφανώς. Τους είναι πολύ πιο εύκολο όμως να εκφράσουν συναισθήματα, δυσκολίες και αγωνίες όταν δεν τα εκφέρουν τα ίδια, αλλά τα βάζουν στο στόμα ενός παιχνιδιού ή μιας κούκλας. Ένα«Φτάνει πια» φαίνεται λοιπόν πως λέει και ο Μορμόλης στο έργο που έγραψε ο Rainer Hachfeld. Φτάνει πια στο διδακτισμό και την ηθικολογία. Φτάνει πια στις τιμωρίες και την υποχρέωση των παιδιών να συμμορφώνονται με τις επιθυμίες και διαταγές των ενηλίκων.

Αναρχικός λοιπόν ο Μορμόλης. Και ως τέτοιος θα ξεμπροστιάσει όλη την συμβατική κοινωνία της μικρής πόλης. Ο γκρινιάρης γείτονας, ο συμφεροντολόγος δήμαρχος, ο φοβιτσιάρης αστυνομικός και ο φαντασμένος στρατηγός θα παρελάσουν επί σκηνής και θα τα βρούνε σκούρα. Όχι μόνο γιατί τους στριμώχνει η άγνοια του πώς συμπεριφέρονται απέναντι σε ένα κουτί, αλλά και επειδή καταρρίπτει την σχετική τους ηθικολογία: τα παιδιά δεν μπορούν να κατηγορηθούν για αυτά που λέει ο Μορμόλης. Από την άλλη, πώς να κατηγορήσεις και ένα κουτί; Τρέλα. Πραγματικά. Όπως κοντεύει να τρελαθεί ο θείος Χαζοπέτρος. Ευτυχώς η θεία κρατάει ακόμα καλά. Και μάλλον υποψιάζεται τι θέλουν να πουν τα παιδιά.

«Φτάνει πια» λέει  ο Μορμόλης στο έργο που έγραψε ο Rainer Hachfeld και παρουσιάζεται στο Σύγχρονο Θέατρο

Θέατρο μέσα στο θέατρο και μπρεχτική αποστασιοποίηση είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της παράστασης. Μπαίνοντας συνεχώς και βγαίνοντας από τους ρόλους, οι έξι ηθοποιοί αλλάζουν σχεδόν επί σκηνής ρόλους και κοστούμια και συνεννοούνται με έναν τρόπο απόλυτα κατανοητό στα παιδιά –και σε όσους ενήλικες δεν έχουν ξεχάσει να είναι παιδιά. Τραγουδούν, χοροπηδούν και κάνουν κωλοτούμπες, όχι για να διασκεδάσουν, αλλά για να διακωμωδήσουν τους ίδιους τους χαρακτήρες που υποδύονται.

Με μια εξαιρετική μουσική που ξεσηκώνει και αφυπνίζει. Με μια εντυπωσιακή κινησιολογία που δίνει σε κάθε χαρακτήρα από ένα «τικ» είτε είναι της σφαλιάρας, είτε του χορού, είτε της κωλοτούμπας, είτε του ρυθμικού βαδίσματος κατά πώς ηχούν τα καμπανάκια –ακόμα γελάω– οι ηθοποιοί ξεδιπλώνουν επί σκηνής αυτό που ήταν τόσο σύγχρονο το 1969 και παραμένει ακόμα και σήμερα: την ανάγκη των παιδιών να εκφράζονται ελεύθερα, χωρίς να φοβούνται πως ο λόγος τους, οι βαθύτερες επιθυμίες τους θα λογοκριθούν και θα παραμεριστούν χάριν της κοσμιότητας και της κοινωνικής συμπεριφοράς. Κι ας κινδυνεύουμε εν έτει 2019 πλέον να φτάσουμε στο άλλο άκρο. Να μην βοηθάμε τα παιδιά να βρουν μια κατεύθυνση μέσα στις απέραντες επιθυμίες τους.

Ή για να το πάρουμε ανάποδα, αυτό που προκαλεί όλες αυτές τις αναταραχές δεν είναι τα παιδιά. Δεν είναι καν ο Μορμόλης. Είναι οι ενήλικες που έχουν ξεχάσει πω κι εκείνοι υπήρξαν ήταν παιδιά. Ίσως επειδή εκείνοι τότε δεν είχαν έναν Μορμόλη –ή δεν είχαν το κουράγιο να εφεύρουν έναν Μορμόλη- που θα υποστήριζε τις ανάγκες τους και θα βροντοφώναζε τις επιθυμίες τους.

Καταπιεσμένα παιδιά που έγιναν καταπιεσμένοι ενήλικες που καταπιέζουν τα νέα παιδιά.

Ε, ρε Μορμόλης που τους χρειάζεται!

Θέατρο μέσα στο θέατρο και μπρεχτική αποστασιοποίηση είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της παράστασης

Συντελεστές:
Μετάφραση/Διασκευή: Παναγιώτης Σκούφης
Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης, Βασίλης Κουκαλάνι
και τα θρυλικά τραγούδια του Γιάννη Σπανού σε διασκευή Κώστα ΝικολόπουλουΔιανομή: Βασιλική Διαλυνά, Βάσια Λακουμέντα, Φώτης Λαζάρου, Θέμος Σκανδάμης, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Αντώνης Χρήστου
Σκηνικά – Κοστούμια: Αριστοτέλης Καρανάνος – Αλεξάνδρα Σιάφκου
Κίνηση: Μαργαρίτα Τρίκκα
Φωτισμοί: Γιώργος Αγιανίτης
Φωτογραφίες: Νάντια Παναγοπούλου – Νίκος Πανταζάρας
Video: Σίλια Πέτοβιτς
Σχεδιασμός ήχου: Χρήστος Παραπαγκίδης
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Παναγιώτα Παπαδημητρίου – Κατερίνα Αδαμάρα

 

http://www.theathinai.com/tauepsilonchinuepsilonsigma–piomicronlambdaiotatauiotasigmamuomicronsigma/8620497